Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

Μυστράς, Παναγία Οδηγήτρια-Αφεντικό

           O ναός της Παναγίας Οδηγήτριας ή Αφεντικό αποτελεί το νέο καθολικό της μονής Βροντοχίου και βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της κάτω πόλης του Μυστρά, σε επαφή με το ισχυρό τείχος του οικισμού. Κτίστηκε περί το 1310 από τον δραστήριο ηγούμενό της Παχώμιο, ο οποίος κατάφερε, σύμφωνα με τα τοιχογραφημένα χρυσόβουλα στο νοτιοδυτικό παρεκκλήσι   του ναού, να πετύχει την αυτοκρατορική επικύρωση και παραχώρηση μεγάλων εκτάσεων γης στην Πελοπόννησο και να οριστεί ισόβιος ηγούμενός της. 






             Πρόκειται για ένα μεγάλο και επιβλητικό κτίριο δύο ορόφων που εισάγει μια αρχιτεκτονική πρωτοτυπία: ενώ στο ανώτερο τμήμα έχει τη μορφή σταυροειδούς εγγεγραμμένου πεντάτρουλου ναού με νάρθηκα και υπερώα , στο ισόγειο έχει τη μορφή βασιλικής που χωρίζεται με δύο τοξωτές κιονοστοιχίες σε τρία κλίτη . Ο τύπος αυτός γνωστός ως «μικτός τύπου Μυστρά» χρησιμοποιήθηκε και σε άλλα μνημεία της περιοχής (Παντάνασσα, Άγιος Δημήτριος). Η τοιχοδομία του κυρίως ναού αποτελείται από αδρά πελεκημένους λίθους με αραιές σειρές πλίνθων, και αρχικά θα πρέπει να ήταν επιχρισμένη. Η ανατολική πλευρά του κτιρίου διατηρεί την αρχική της μορφή και παρουσιάζει τεχνοτροπικά στοιχεία όμοια με αυτά των μνημείων της Κωνσταντινούπολης αυτής της περιόδου. Οι αψίδες του ιερού και των παραβημάτων χωρίζονται σε ζώνες με παράθυρα και τυφλά (χτισμένα) αψιδώματα. Στην ανώτερη ζώνη χαμηλές και επίπεδες κόγχες με διπλά πλίνθινα τόξα, ολοκληρώνουν την εξωτερική κόσμηση του ναού. Ο ναός περιβαλλόταν από προστώα σε διάταξη σχήματος Π που στεγαζόταν με σφαιρικούς τρούλους . Το νότιο προστώο υπέστη μετατροπές κατά το 14o αιώνα. Τότε τοιχίστηκαν τα ανοίγματα του ισογείου και μετατράπηκαν σε κόγχες που δέχτηκαν ταφές, και ο χώρος διαμορφώθηκε σε κοιμητηριακό παρεκκλήσι . Δύο επιπλέον παρεκκλήσια διαμορφώθηκαν στα άκρα του νάρθηκα και δύο ισόγεια στη βόρεια στοά. Το τριώροφο κωδωνοστάσιο του ναού, κτισμένο στα νότια του δυτικού προστώου, ακολουθεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα τοιχοδομίας. Εξωτερικά, ο όροφος διαχωρίζεται από το ισόγειο με μαρμάρινο κοσμήτη και φέρει τρίλοβα παράθυρα που κοσμούνται με πλίνθινα τόξο. Σε ανώτερο επίπεδο, τυφλές (κτισμένες) αβαθείς κόγχες ολοκληρώνουν την εξωτερική όψη του κωδωνοστασίου.




              Ο εσωτερικός διάκοσμος ήταν πλούσιος και συνδύαζε γλυπτό διάκοσμο, ορθομαρμαρώσεις και τοιχογραφίες . Από τον γλυπτό διάκοσμο και τις σπάνιες για την εποχή ορθομαρμαρώσεις σήμερα σώζονται ελάχιστα μόνο δείγματα, ενώ ο τοιχογραφικός διάκοσμος που χρονολογείται σε διαφορετικές περιόδους, διατηρείται αποσπασματικά στον κυρίως ναό και σε καλύτερη κατάσταση στα παρεκκλήσια. Στον ναό, ο τοιχογραφικός διάκοσμος που χρονολογείται στην δεύτερη δεκαετία του 14oυ αιώνα και αποτελεί προφανώς έργο ζωγράφων της Κωνσταντινούπολης προσφέρει έναν εκτεταμένο Χριστολογικό κύκλο και πλήθος αγίων μαρτύρων και οσίων στα πλάγια κλίτη , ιεραρχών και διακόνων στο ιερό, πατριαρχών, προφητών και αποστόλων στα υπερώα. Στα παρεκκλήσια οι συνθέσεις αναδεικνύουν την προσωπικότητα του κτήτορα Παχώμιου. Στο νοτιοδυτικό παρεκκλήσι, γνωστό ως το παρεκκλήσι των χρυσοβούλλων , τέσσερις άγγελοι κρατούν με ρυθμική χάρη δόξα κατεστραμμένου σήμερα Χριστού, απ’ όπου κατέρχονται δέσμες φωτός με θεϊκή χείρα, που κρατούν τα χρυσόβουλλα των αυτοκρατόρων Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου και Μιχαήλ Θ΄. Το βορειοδυτικό παρεκκλήσι αποτελεί τον ταφικό χώρο του Παχωμίου και απεικονίζει σε επάλληλες σειρές χορούς αγίων να προσέρχονται στον Χριστό της Δέησης, ενώ σε αρκοσόλιο της δυτικής πλευράς ο Παχώμιος προσφέρει ομοίωμα του ναού στην Οδηγήτρια. Στη βόρεια πλευρά βρίσκεται ο τάφος του δεσπότη Θεόδωρου Α΄ Παλαιολόγου (1384-1407), που είχε γίνει, σύμφωνα και με την επιτύμβια τοιχογραφία, μοναχός με το όνομα Θεοδώρητος.

          Μεταγενέστερος είναι ο διάκοσμος του νοτιοανατολικού παρεκκλησίου , πιθανώς των Τριών Ιεραρχών, καθώς σε αυτό απεικονίζεται το όραμα του αγίου Ιωάννου Ευχαΐτων, που η εξήγησή του οδήγησε στην καθιέρωση της κοινής γιορτής τους. Σύμφωνα με το μονόγραμμα του συγκέλλου και ηγουμένου Κυπριανού πάνω από την είσοδο του παρεκκλησίου, οι τοιχογραφίες μπορούν να χρονολογηθούν στα 1366. Τέλος, οι τοιχογραφίες της νότιας στοάς που αποτέλεσε χώρο ταφής αρχόντων, όπως φανερώνει η επιλογή των σκηνών στο θόλο και οι ταφικές παραστάσεις του κεκοιμημένου Κανιώτη και της γυναίκας του στο δυτικό αρκοσόλιο και ενός άλλου αξιωματούχου στο βόρειο τοίχο, χρονολογούνται στους επόμενους χρόνους του 14ου αιώνα.

          Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ο ναός χρησιμοποιήθηκε ως τζαμί και κάποια στιγμή εγκαταλείφθηκε εντελώς. Στις αρχές του 19ου αιώνα, κίονες από τις τοξοστοιχίες αφαιρέθηκαν για να χρησιμοποιηθούν αλλού, ενώ ο κεντρικός τρούλος και τμήμα των υπερώων κατέρρευσαν. 



Γλωσσάρι (20)

καθολικό: ο κυρίως ναός του μοναστηριού. Κατά κανόνα ήταν ο μεγαλοπρεπέστερος και

βρισκόταν σε κεντρικό σημείο της αυλής.

χρυσόβουλλο: επίσημο δημόσιο έγγραφο – διάταγμα των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου που

έφερε χρυσή σφραγίδα στη μεταξωτή ταινία που το συνόδευε, με την οποία βεβαιωνόταν η

αυθεντικότητα του διατάγματος.

παρεκκλήσι: πρόκειται για μικρών διαστάσεων ναΐσκο, ο οποίος είτε είναι αυτόνομος είτε ανήκει

σε κάποιο ίδρυμα ή εξαρτάται από μεγαλύτερο ναό. Στο Βυζάντιο τα παρεκκλήσια είχαν συχνά

ταφική χρήση.

σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με τρούλο: τύπος εκκλησίας στην οποία ο κεντρικός τρούλος

στηρίζεται σε τέσσερις καμάρες που αποτελούν τις κεραίες ενός ισοσκελούς σταυρού. Στις

τέσσερις γωνίες διαμορφώνονται γωνιακά διαμερίσματα, τα οποία στεγάζονται με σταυροθόλια ή

τρουλίσκους. Έτσι ο ναός σχηματίζει σταυρό εγγεγραμμένο σε τετράγωνο ή ορθογώνιο χώρο, ενώ

εξωτερικά μέσα από τον ξεχωριστό τρόπο κάλυψης των στεγών προβάλλει το σημείο του

σταυρού.

νάρθηκας: ο νάρθηκας είναι η στενόμακρη αίθουσα που εκτείνεται σε όλο το μήκος της δυτικής

πλευράς της βασιλικής. Προήλθε από την ανατολική στοά του αιθρίου, η οποία ενσωματώθηκε

στον ναό. Χρησίμευε ως χώρος παραμονής των κατηχουμένων, οι οποίοι δεν επιτρεπόταν να

παρακολουθήσουν το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας.

υπερώο: όροφος που αναπτύσσεται περιμετρικά του ναού επάνω από τα πλάγια κλίτη και το

νάρθηκα.

βασιλική: δρομικός τύπος εκκλησίας μεγάλων διαστάσεων. Εσωτερικά υποδιαιρούνταν συνήθως

σε τρία ή και περισσότερα κλίτη. Κατά κανόνα το μεσαίο κλίτος καλύπτεται από υπερυψωμένη

στέγη που διατρυπάται από παράθυρα που φωτίζουν τον χώρο.

κιονοστοιχία: σειρά κιόνων που τοποθετούνται γύρω και μέσα σε οικοδομήματα.

κλίτη: οι διάδρομοι που διαμορφώνονται στο εσωτερικό των ναών μεταξύ των κιονοστοιχιών στις

βασιλικές. Ο αριθμός τους ποικίλλει από τρία ως εννέα με ευρύτερο και ψηλότερο το κεντρικό.

αψίδα: η ημικυκλική απόληξη της ανατολικής πλευράς των βασιλικών. Εσωτερικά καλύπτεται με

θόλο και είναι ημικυκλική, ενώ εξωτερικά καλύπτεται με κλιμακωτή στέγη και μπορεί να είναι

πεταλόσχημη, ορθογώνια ή και πολυγωνική.

βήμα (ιερό βήμα): πρόκειται για το ανατολικό τμήμα του ναού που καταλήγει σε αψίδα. Είναι

συνήθως υπερυψωμένο σε σχέση με το δάπεδο του κυρίως ναού κατά ένα έως τρία σκαλοπάτια.

Ο όρος προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «βαίνω», και λόγω της ιερότητας και ιδιαιτερότητάς του ο

χώρος ονομάστηκε ιερό βήμα.

πρόστωο: είδος στοάς που σχηματιζόταν μπροστά στην είσοδο των κτιρίων και αποτελούνταν

από μια κιονοστοιχία που στήριζε την προέκταση της οροφής που προστάτευε την είσοδο.

τρούλος: ημισφαιρικός θόλος που στηρίζεται σε κυλινδρικό ή πολυγωνικό τύμπανο.

Χρησιμοποιείται ευρύτατα στη χριστιανική εκκλησιαστική αρχιτεκτονική.

πλινθοπερίκλειστο σύστημα: τρόπος δόμησης κατά τον οποίο ισόδομοι λίθοι πλαισιώνονται από

πλίνθους (τούβλα) οριζόντια και κάθετα τοποθετημένες μέσα στο κονίαμα των οριζόντιων και

κάθετων αρμών, σε μονές ή διπλές σειρές.

κοσμήτης: αρχιτεκτονικό μέλος που διαχωρίζει καθύψος τις επιφάνειες, τόσο τις εσωτερικές, όσο

και τις εξωτερικές, των ναών. Στην ουσία πρόκειται για μία λεπτή, ημικυκλικής συνήθως διατομής,

προεξέχουσα ταινία.

τρίλοβο παράθυρο: τπαράθυρο με τρία ανοίγματα που απολήγουν σε τόξα.

ορθομαρμάρωση: η κάλυψη της επιφάνειας τοίχου με μαρμάρινες πλάκες

τοιχογραφία: ζωγραφική παράσταση στην επιφάνεια τοίχου ή οροφής οικοδομήματος.

Χριστολογικός κύκλος: το σύνολο των σκηνών που περιλαμβάνονται στο εικονογραφικό

πρόγραμμα ενός ναού και αναφέρονται στη ζωή του Χριστού, από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου,

μέχρι την Ανάληψη του Χριστού.

δόξα: το κυκλικό ή ωοειδές φωτεινό σχήμα που περιβάλλει σε ορισμένες απεικονίσεις τον Χριστό,

ως σύμβολο της Θείας φύσης του. Η δόξα μπορεί επίσης να μοιάζει με άστρο ή να αποτελείται

από διπλούς ρόμβους. Στις περιπτώσεις που ο Χριστός περιβάλλεται από διπλή δόξα (μία ωοειδή

και μία ρομβοειδή) υποδηλώνεται η παρουσία της Αγίας Τριάδας.
 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου